Ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες του υπό συζήτηση Κρατικού Προϋπολογισμού είναι εκείνος που αφορά το κομμάτι της παιδείας.
Απόλυτος στόχος πρέπει να είναι η συνεχής αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης για την διασφάλιση ίσων ευκαιριών μάθησης σε όλους τους εκπαιδευόμενους.
Κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της εφαρμογής εκπαιδευτικής πολιτικής που να διέπεται από τις αξίες της ισότητας, της συμμετοχικότητας, της δημιουργικότητας και της καινοτομίας.
Η διά βίου ισορροπημένη και ολόπλευρη ανάπτυξη, με την παράλληλη ενίσχυση του πολιτισμού, τη στήριξη της πολιτιστικής δημιουργίας και του αθλητισμού μπορούν να βοηθήσουν την παιδεία μας να βρεθεί στην θέση που της αξίζει.
Όμως όπως βλέπουμε, εκείνη συνεχώς υποβαθμίζεται.
Αντί να στηρίζει και να ενισχύει τους μαθητές εν μέσω της πανδημικής συγκυρίας, τους αφήνει να στριμώχνονται σε καφενεία για να μπορέσουν να κάνουν το μάθημά τους μέσω τηλεκπαίδευσης.
Τα τελευταία χρόνια είμαστε σταθερά κάτω από τους Ευρωπαϊκούς και παγκόσμιους μέσους όρους τόσο σε σχέση με το ΑΕΠ όσο και σε σχέση με το σύνολο των δαπανών του κράτους, σύμφωνα με την έκθεση του ΙΟΒΕ του 2019.
Συγκριτικά με την πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών, το ποσοστό της δαπάνης για την εκπαίδευση ως προς το σύνολο της δαπάνης της Γενικής Κυβέρνησης, η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση στη σχετική κατάταξη, με ποσοστό 8,6% ενώ στην τελευταία θέση εμφανίζεται η Ιταλία, με ποσοστό 7,9%.
Χώρες όπως το Βέλγιο, η Δανία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Φινλανδία, η Σουηδία δαπανούν ένα ποσοστό άνω του 6% του ΑΕΠ τους για την εκπαίδευση, την στιγμή που στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει το 4,3%, κάτω από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 4,7%.
Αλλά και σύμφωνα με σχετική έρευνα του ΟΟΣΑ, είμαστε τελευταίοι όσον αφορά στο ποσοστό για την παιδεία σε σχέση με τα συνολικά έξοδα της κυβέρνησης.
Οι δημόσιες δαπάνες στις τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης (πρωτοβάθμια έως τριτοβάθμια) ως ποσοστό επί των συνολικών κρατικών δαπανών ανέρχονταν κατά μέσο όρο στο 11% μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ.
Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι στο 7%, σημαντικά κατώτερο του μέσου όρου. …
Και εκείνο που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι το γεγονός ότι έχετε φέρει προς συζήτηση σχέδιο νόμου για αναβάθμιση, όπως λέτε, της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης ενώ παρατηρείται σημαντική μείωση στις δαπάνες της, από τα 85 στα 56 εκατ. ευρώ δηλαδή περίπου 34% που είναι προφανώς πολύ σημαντική διαφορά.
Είχατε εξαγγείλει προσλήψεις στη γενική εκπαίδευση, τις οποίες δεν πραγματοποιήσατε.
Θεωρούμε επίσης ότι η αύξηση κατά 200 εκατ. Ευρώ του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, παγιώνει το καθεστώς των συμβασιούχων εκπαιδευτικών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αντί των μόνιμων διορισμών.
Οι επενδύσεις στην Παιδεία δεν πρέπει να είναι απλώς θεωρητικές.
Μπορεί ξεκάθαρα εκείνη να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός ανάπτυξης.
Δείτε το παράδειγμα της Κύπρου αλλά και της Μεγάλης Βρετανίας, όπου διαχρονικά καταφεύγουν χιλιάδες Έλληνες φοιτητές για σπουδές.
Η επιλογή τους αυτή ταυτίζεται με έλλειμα στο κομμάτι της οικονομίας για την χώρα μας.
Στην Κύπρο, η συνεισφορά του τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έφτασε το 2018 στο 4,8% του ΑΕΠ και στο 2,6% των συνολικών θέσεων εργασίας.
Όμως, όσο η παιδεία δεν αντιμετωπίζεται ως πηγή εσόδων για την οικονομία, τότε θα συνεχίζουμε να βλέπουμε εκείνη να υποβαθμίζεται και να παραπαίει.
Θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τους μαθητές να κάνουν τηλεκπαίδευση με το κινητό, αντί να τους παρέχονται τάμπλετ για τον σκοπό αυτό.
Η αύξηση των δαπανών για την παιδεία πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των προσπαθειών που καταβάλλουν οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο για την ανοικοδόμηση των οικονομιών, έτσι ώστε να διασφαλισθεί ότι κάθε νέος απολαμβάνει ίσων ευκαιριών για να συνεχίσει την εκπαίδευση, να επιτύχει στο σχολείο και να αναπτύξει τις δεξιότητες που χρειάζεται ώστε να συνεισφέρει στην κοινωνία, υπογραμμίζει σε έκθεσή του ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.
Η μάθηση και η επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο σχετίζονται όχι μόνο με καλές επιδόσεις στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) αλλά και με μια σειρά από ποιοτικούς κοινωνικούς δείκτες, όπως η μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στις δημοκρατικές λειτουργίες, η υψηλότερη ευημερία και η χαμηλότερη εγκληματικότητα.
Εμείς στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ πιστεύουμε ακράδαντα ότι η εκπαίδευση μπορεί ξεκάθαρα να αποτελέσει πραγματική μηχανή ανάπτυξης.
Να συνδέεται με την οικονομία και την κοινωνία.
Η έρευνα, η καινοτομία και η γνώση μπορούν να καθορίσουν, όχι μόνο τις ζωές μας, αλλά και να ορίσουν την κατεύθυνσή μας προς το μέλλον.
Και με αυτό συνδέεται και η παροχή ουσιαστικών κινήτρων επιστροφής των νέων μας που άφησαν την χώρα μας στα χρόνια των μνημονίων.
Η Ελλάδα τους χρειάζεται και εμείς στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ σας έχουμε προτείνει πολλές φορές μέχρι σήμερα τους τρόπους και τα κίνητρα που μπορούν να δοθούν για την επιστροφή τους.